Τη μακρά περίοδο της Νεολιθικής εποχής διαδέχτηκε η Μινωική περίοδος. Κατά το 3000-2000π.Χ. αρχίζει ουσιαστικά η πρώτη αναπτυγμένη φάση του πολιτισμού στην Κρήτη (Προανακτορική Μινωική περίοδος). Είναι η εποχή που ακμάζουν η κεραμική τέχνη, η λιθοτεχνία, η μεταλλοτεχνία και η μικροτεχνία, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνεται ο τρόπος κτίσης των σπιτιών• μεγαλώνουν οι οικισμοί και κτίζονται θολωτά κτίρια για την ταφή των νεκρών. Έξοχα παραδείγματα στο νομό Ηρακλείου, αποτελούν οι οικισμοί της Κνωσού, της Φαιστού, των Μαλίων, και της Τρυπητής στα νότια. Μεγάλα θολωτά ταφικά κτίρια ανακαλύφθηκαν στην αρχαία Λεβήνα (σημερινός Λέντας), στην Οδηγήτρια και στις Αρχάνες (νεκροταφείο στο Φουρνί).
Η εποχή των περίφημων μεγάλων ανακτόρων της Κρήτης ξεκινάει περίπου το 1900 π.Χ. Τα σπουδαιότερα και τα μεγαλύτερα είναι συγκεντρωμένα στο νομό Ηρακλείου: Κνωσός, Μάλια, Φαιστός, Αρχάνες, Μοναστηράκι. Αυτά τα ανάκτορα, μαζί με άλλα μικρότερα σε άλλες θέσεις, θα αποτελέσουν για 600 περίπου χρόνια «κέντρα δημιουργίας και ακτινοβολίας του ανακτορικού Μινωικού Πολιτισμού, του φαινομένου που άφησε βαθιά τη σφραγίδα του στην ιστορία της Κρήτης».
Αυτή την περίοδο γίνονται έργα κατασκευής δικτύων αποχέτευσης και ύδρευσης, που ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει στους παραπάνω αρχαιολογικούς χώρους, ενώ κτίζονται αποθήκες για να φυλαχτούν οι σοδειές και τα αποθέματα τροφίμων. Στην ίδια εποχή χρονολογούνται τα περίτεχνα καμαραϊκά αγγεία, που αποτελούν έξοχο δείγμα της τελειοποίησης της κεραμικής τέχνης αυτής της περιόδου.
Την ίδια περίοδο έχουμε μια τομή στην πνευματική ανάπτυξη της Μινωικής Κρήτης: τη χρήση της παλαιότερης γραφής που συναντάται με τη μορφή εγχάρακτων σχηματοποιημένων εικόνων πάνω σε σφραγίδες και σε αγγεία (Ιδεογράμματα ή Πικτογραφική). Το πιο διάσημο μνημείο αυτής της γραφής είναι ο πήλινος Δίσκος της Φαιστού, στη Μεσαρά, τον οποίο δεν έχουν καταφέρει ακόμα να αποκρυπτογραφήσουν.
Οι ανασκαφές στον Μινωικό μέγαρο του Σκλαβόκαμπου, της Αγίας Ειρήνης στον Κρουσώνα κ.ά., αποδεικνύουν τη σημασία των βουνών στη διαμόρφωση του μινωικού πολιτισμού. Αναρίθμητα είναι τα Ιερά Κορυφής (μεταξύ των οποίων στο Γιούχτα και στον Κόφινα (Δήμος Γόρτυνας στα Αστερούσια), που αναπτύχθηκαν σε όλες σχεδόν τις κορυφές των βουνών της Κρήτης, καθώς και τα αρχαιολογικά ευρήματα σε όλα σχεδόν τα σπήλαια που αποδεικνύουν το λατρευτικό τους ρόλο και τη θέση που κατείχαν στη μινωική θρησκεία. Παρά το γεγονός ότι οι μεγάλες μινωικές πόλεις βρίσκονται σχεδόν πάντα σε στενή επαφή με τη θάλασσα, μέσα από τις ανασκαφικές και επιστημονικές έρευνες των τελευταίων χρόνων αναδεικνύεται ή άρρηκτη σχέση των μεγάλων μινωικών κέντρων με την ορεινή ενδοχώρα. Σήμερα πλέον είναι αποδεδειγμένο ότι κάθε μινωική πόλη διέθετε ένα ορεινό παραγωγικό κέντρο ζωτικής σημασίας για την προμήθεια σημαντικών πρώτων υλών όπως το μαλλί, το μέλι κ.λπ.
Περίπου το 1650 π.Χ. (Νεοανακτορική περίοδος) ιδρύεται νέο ανάκτορο στην Αγία Τριάδα, κοντά στη Φαιστό. Την ίδια εποχή η χρυσοχοΐα φτάνει στην ακμή της με περίτεχνα κοσμήματα που ανακαλύπτονται στην Κνωσό, στις Αρχάνες και στα Μάλια.
Κατά τη διάρκεια αυτής της “Χρυσής Εποχής” η ακτινοβολία αυτών των μινωικών Kέντρων φτάνει σ’ ολόκληρη την λεκάνη της Mεσογείου. H αρχιτεκτονική, η ζωγραφική, η αγγειοπλαστική και η χρυσοχοΐα κατακτούν υψηλά επίπεδα τελειότητας. Κατά την ίδια περίοδο ο μεγάλος μινωικός στόλος κυριαρχούσε στη Μεσόγειο παρέχοντας πλούτο στο νησί από το εμπόριο και προσφέροντας παράλληλα προστασία από τους εισβολείς.
Oι σωζόμενες τοιχογραφίες μαρτυρούν τη ψυχοσύνθεση ενός λαού φιλειρηνικού, χαρούμενου αλλά και ισχυρού, άμεσα συνδεδεμένου με τη θάλασσα. Γύρω από τις μινωικές πόλεις δε βρέθηκαν σημάδια οχύρωσης, γεγονός που αποκαλύπτει ότι η διαρκής ειρήνη και η ασφάλεια κυριαρχούσαν στο νησί.
Ένας μεγάλος σεισμός έπληξε την Κρήτη γύρω στο 1700 π.Χ. καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τα παλάτια, τα οποία όμως ξαναχτίστηκαν αμέσως και ο μινωικός πολιτισμός συνέχισε να ακμάζει ακόμα περισσότερο εμπλουτισμένος και επιβλητικός. Λίγους αιώνες αργότερα όμως, γύρω στο 1450 π.Χ., ένα νέο κύμα καταστροφής χτύπησε την Κρήτη προκαλώντας μεγάλης κλίμακας καταστροφές στα παλάτια και τους οικισμούς. Το γεγονός αυτό μάλιστα είχε σαν αποτέλεσμα την εξαφάνιση του περίλαμπρου αυτού πολιτισμού. Τα παλάτια κατέρρευσαν και κάηκαν και οι μικρότεροι οικισμοί ερημώθηκαν. Οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν σε αυτή την καταστροφή είναι ακόμα άγνωστες και αμφισβητούμενες. Μια θεωρία λέει ότι κάποια ισχυρή έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας (Σαντορίνης) ήταν αυτή που ερήμωσε τότε την Κρήτη.
Ο Άρθουρ Έβανς, ο αρχαιολόγος που διενέργησε τις ανασκαφές στο Παλάτι της Κνωσού, ονόμασε αναδρομικά αυτή την εποχή Μινωική από το μυθικό κυβερνήτη της Κνωσού, το βασιλιά Μίνωα.
Αυτή η περίοδος διή́ρκεσε περίπου 1.500 χρόνια και αποτέλεσε τη “Χρυσή Εποχή” της Κρήτης. Ο Έβανς χώρισε τη Μινωική εποχή σε Πρωτομινωική (3000- 2000 π.Χ.), Μεσομινωική Ι και ΙΙ (2000 – 1600 π.Χ.), Μεσομινωική ΙΙΙ, Υστερομινωική Ι και ΙΙ (1700 – 1400 π.Χ.) και Υστερομινωική ΙΙΙ (1400 – 1100 π.Χ.).
πηγη: archanes-asterousia.gr