ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

Η Μυθολογία της Κρήτης

Η Κρητική Μυθολογία, η αρχαιότερη στον ευρωπαϊκό χώρο έδωσε τις βάσεις για την πλούσια ελληνική μυθολογία. Ο Διόδωρος Σικελιώτης (ιστορικός 1ος π.Χ. αιώνας) μας εξιστορεί ότι η πατρίδα των θεών είναι η Κρήτη. Οι πρώτοι Κρητικοί, οι Μινωίτες ήταν απόλυτα δεμένοι με τη φύση, που λάτρευαν σαν θεότητα. Στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν τα μυστήρια της Μητέρας Θεάς (Φύσης) γέννησαν μύθους που στην πορεία της ιστορίας υιοθετήθηκαν από τα ελληνικά φύλα που κατέβηκαν στο νησί: τους Μυκηναίους (15ος π.Χ) και αργότερα τους Δωριείς (12ος π.Χ.).

Για την Κρητική Μυθολογία, που εικάζεται ότι ήταν πλουσιότατη, δυστυχώς δεν μπορούμε να έχουμε μία πλήρη εικόνα καθώς δεν έχουν σωθεί καταγραμμένοι κρητικοί μύθοι. Τα μέχρι σήμερα αρχαιολογικά ευρήματα όμως μας επιτρέπουν να συμπεράνουμε ότι κρητικοί μύθοι έχουν διατηρηθεί ή εξελιχθεί μέσα στην ελληνική μυθολογία.

Κάθε τόπος έχει τις δικές του τοπικές παραδόσεις, η Κρήτη όμως μπορεί να περηφανεύεται για της καταγωγή μερικών από τους σημαντικότερους ελληνικούς μύθους. Στην Κρήτη γεννιέται ο πατέρας των θεών Δίας, την Κρήτη επιλέγει ο Δίας για να συνευρεθεί με την Ευρώπη και να γεννηθεί ο Μίνωας, η Κρήτη είναι η πατρίδα του Τάλω, εδώ συναντά ο Θησέας την Αριάδνη, από την Κρήτη ξεκινούν ο Δαίδαλος και ο Ίκαρος.

Μινωικά Ανάκτορα

Τα γνωστά σήμερα μινωικά ανάκτορα είναι η Κνωσός (22.000 τ.μ), η Φαιστός (18.000 τ.μ), τα Μάλια (7.500 τ.μ) και η Ζάκρος (8.500 τ.μ ). Όλα τα μινωικά ανάκτορα που έχουν ανασκαφεί βρίσκονται στην ανατολική Κρήτη. Στην δυτική Κρήτη είναι γνωστή η ύπαρξη του μινωικού ανακτόρου της Κυδωνίας στα Χανιά, το οποίο όμως δεν έχει ανασκαφεί καθώς βρίσκεται στο κέντρο της πόλης (λόφος Καστέλι) σε πυκνοκατοικημένη περιοχή.

Τα μινωικά ανάκτορα ήταν αυτόνομα και ανεξάρτητα μεταξύ τους, αλλά φαίνεται πως ακολουθούσαν μία κοινή πολιτική, η οποία υπαγορευόταν από το κεντρικό, μεγαλύτερο και πολυτελέστερο ανάκτορο της Κνωσού. 

  • Μινωικό Παλάτι της Κνωσού: Το Μινωικό Παλάτι της Κνωσού βρίσκεται 5 χιλιόμετρα νοτιο-ανατολικά από το Ηράκλειο, στην κοιλάδα του ποταμού Καίρατου. Ο ποταμός πηγάζει από τις Αρχάνες, διασχίζει την Κνωσό και εκβάλλει στον Κατσαμπά, το μινωικό λιμάνι της Κνωσού.  Στα μινωικά χρόνια ο ποταμός είχε τρεχούμενο νερό όλη τη διάρκεια του χρόνου και οι γύρω λόφοι καλύπτονταν από βελανιδιές και κυπαρίσσια, εκεί που σήμερα βλέπουμε ελιές και αμπέλια.
  • Μινωικό Ανάκτορο της Φαιστού: Η Φαιστός, ή πιο σωστά το Μινωικό Ανάκτορο της Φαιστού, βρίσκεται στην νότιο-κεντρική Κρήτη, στην πεδιάδα της Μεσαράς, 55 χιλιόμετρα νότια από το Ηράκλειο και σε μικρή απόσταση από τον αρχαιολογικό χώρο στην Αγία Τριάδα, τον αρχαιολογικό χώρο στη Γόρτυνα και τα Μάταλα. Η Φαιστός είναι από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους στην Κρήτη, και δέχεται πολλές χιλιάδες επισκεπτών κάθε χρόνο. Το μινωικό ανάκτορο της Φαιστού αντιστοιχεί σε ακμαία πόλη που, όχι τυχαία, αναπτύχθηκε στην έφορη πεδιάδα της Μεσαράς κατά τους προϊστορικούς χρόνους, δηλαδή από το 6.000 π.Χ. περίπου μέχρι και τον 1ο π.Χ. αιώνα, όπως επιβεβαιώνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα.
  • Μινωικό Ανάκτορο Μαλίων: Ανατολικά από τα σημερινά Μάλια βρίσκεται το μινωικό ανάκτορο των Μαλίων. Είναι το τρίτο σε μέγεθος ανάκτορο της μινωικής Κρήτης και είναι χτισμένο σε μια τοποθεσία προνομιακή, κοντά στη θάλασσα και πάνω στο δρόμο που συνδέει την ανατολική με την κεντρική Κρήτη. Το ανάκτορο των Μαλίων κατά τη μυθολογία χρησίμευε σαν κατοικία του Σαρπηδόνα, αδερφού του Μίνωα, και πρωτοχτίζεται το 1900 π.Χ. Ο προϋπάρχων ισχυρός οικισμός, από τον οποίο σώζονται συνοικίες γύρω από το ανάκτορο, μετατρέπεται έτσι σε ανακτορικό κέντρο-πόλη. Το πρώτο αυτό ανάκτορο καταστρέφεται γύρω στα 1700 π.Χ. και ανοικοδομείται γύρω στα 1650 π.Χ., στην ίδια θέση και με το ίδιο βασικό σχέδιο του παλιού. Τέλος, το 1450 π.Χ. καταστρέφεται και δεν κατοικείται ξανά. Μόνο στην περίοδο της μυκηναϊκής κυριαρχίας χτίζεται ανάμεσα στα ερείπιά του ένα μικρό οικοδόμημα που μάλλον ήταν ένα ιερό. Στα Μάλια έχουμε την τύχη να περπατούμε στο πραγματικό ανάκτορο, έτσι όπως το αποκάλυψαν οι ανασκαφές των αρχαιολόγων. Το μεγαλύτερο μέρος των ορατών σήμερα ερειπίων ανήκει στο νεοανακτορικό συγκρότημα, το δεύτερο δηλαδή ανάκτορο, οι χώροι του οποίου οργανώνονται γύρω από 3 αυλές, την κεντρική, τη βόρεια και την «αυλή του πύργου». Πρόκειται για ένα ανάκτορο που προκαλεί το ενδιαφέρον του επισκέπτη για τις μεγαλοπρεπείς διαστάσεις του, το περίπλοκο σχέδιό του και τις πολλαπλές λεπτομέρειές του.
  • Μινωικό Παλάτι στη Ζάκρο: Η Ζάκρος, μικρό χωριό στην ανατολική ακτή της Κρήτης, είναι γνωστή για το Μινωικό Παλάτι της Ζάκρου, ένα από τους «θησαυρούς» του Μινωικού Πολιτισμού που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη τον περασμένο αιώνα στην Κρήτη. Από μόνο του το ανακτορικό συγκρότημα στη Ζάκρο καλύπτει μία έκταση 4,500 τετραγωνικά μέτρα και είναι το διοικητικό και θρησκευτικό κέντρο ενός ακμαίου οικισμού που εκτεινόταν σε μία περιοχή πάνω από 8,000 τετραγωνικά μέτρα στο σύνολό της.

Αρχαιολογικοί Χώροι

  • Γόρτυνα ή Γόρτυς: Η Γόρτυνα είναι μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Κρήτης, με αδιάκοπη ιστορία 6.000 χρόνων και ένας από τους μεγαλύτερους σε έκταση αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα. Βρίσκεται στο Νότιο Κεντρικό τμήμα της Κρήτης στην εύφορη πεδιάδα της Μεσαράς, η οποία φημίζεται για την πρώτη ανθρώπινη κατοίκηση στο νησί στο τέλος της Νεολιθικής περιόδου (5η χιλιετία π.Χ.). Στην Γόρτυνα φτάνουμε μετά από 40 λεπτά περίπου, ξεκινώντας από το Ηράκλειο με κατεύθυνση προς τα νότια. Είναι ο ίδιος δρόμος που θα μας φέρει στην Φαιστό και τα Μάταλα. Η Γόρτυνα βρίσκεται 1 χιλιόμετρο περίπου μετά το χωριό Αγιοι Δέκα, ακριβώς δίπλα στον κεντρικό δρόμο. Το όνομά της η Γόρτυνα, το πήρε σύμφωνα με μία παράδοση, από τον Γόρτυνα, γιό του Ραδάμανθυ, του βασιλιά της Φαιστού και αδερφού του Μίνωα, ο οποίος και την ίδρυσε. Μία άλλη παράδοση θέλει ιδρυτή της τον Γόρτυνα, ο οποίος αυτή τη φορά είχε καταγωγή από την Τεγέα της αρκαδικής Γορτυνίας. Τρίτη παραλλαγή του μύθου κάνει αναφορά στην Γόρτυνα ως ιδρύτρια της πόλης, βασίλισσα της Κρήτης και μητέρα του βασιλιά Ταύρου.
  • Ζώμινθος: Η Ζώμινθος είναι σημαντικός αρχαιολογικός χώρος, ένας ακμαίος μινωικός οικισμός (1900-1400 π.Χ.) που βρίσκεται στον ορεινό όγκο του Ψηλορείτη στην Κρήτη. Η Ζώμινθος ανασκάπτεται τα τελευταία 5 χρόνια από τον αρχαιολόγο Γιάννη Σακελλαράκη, και σύμφωνα με τον ίδιο, η ανασκαφή προβλέπεται να διαρκέσει πολλά χρόνια ακόμα και να φέρει στο φως σπουδαία ευρήματα που θα εμπλουτίσουν σημαντικά τη γνώση μας για τον μινωικό κόσμο.
  • Ο Αρχαίος Κομμός: Η μινωική πόλη Κομμός ήταν το λιμάνι της Φαιστού από το 1650 ως το 1250 π.Χ. περίπου. Τον 19ο αιώνα, σε μια έκρηξη φαντασίας και ρομαντισμού, ο Ιταλός αρχαιολόγος Taramelli είχε συνδέσει το λιμάνι του Κομμού με την περιοχή που προσάραξε με το πλοίο του ο Βασιλιάς Μενέλαος της Σπάρτης, όταν επέστρεφε από την Τροία μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου. Στο πολύνεκρο ατύχημα αυτό αναφέρεται και ο Ομηρος. Σήμερα έχει ανασκαφεί τμήμα της αρχαίας πόλης. Ο αρχαιολογικός χώρος στον Κομμό δεν είναι επισκέψιμος, αλλά μπορεί κανείς να δει ένα μέρος του καθώς περνά από το πλάι του περιφραγμένου χώρου για να προσεγγίσει την παραλία, ή και από ψηλά, σταματώντας στη διασταύρωση μετά τα Πιτσίδια και πριν κατηφορίσει προς την παραλία του Κομμού.
  • Σπιναλόγκα: Η Σπιναλόγκα είναι μικρό νησί κοντά στην Ελούντα στην Ανατολική Κρήτη. Η Σπιναλόγκα έχει γίνει γνωστή σαν το νησί των λεπρών, αφού εδώ απομονώνονταν οι λεπροί από την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα μέχρι το 1957. Σήμερα Σπιναλόγκα ονομάζουμε μονάχα το μικρό νησί, αλλά οι Ενετοί με το όνομα αυτό αποκαλούσαν και την μεγάλη χερσόνησο Νησί ή Κολοκύθα που ενώνεται με την Ελούντα με ένα στενό ισθμό. Σήμερα τη Σπιναλόγκα επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι χιλιάδες τουρίστες με καραβάκια από τον Αγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα για να ξεναγηθούν στα ερειπωμένα της κτίρια, που με κόπο προσπαθεί η αρχαιολογική υπηρεσία να συντηρήσει. Το όνομα Σπιναλόγκα προέκυψε γύρω στο 13ο αιώνα με νονούς τους Ενετούς κατακτητές, οι οποίοι αφού δεν είχαν εξοικείωση με την ελληνική γλώσσα παρέφθειραν (παράφρασαν) το τοπωνύμιο «στην Ολούντα» σε Σπιναλόντε αρχικά (13ος αιώνας) και αργότερα σε Σπιναλόγκα. Μια άλλη ερμηνεία του ονόματος Σπιναλόγκα, το θέλει να έχει προκύψει από το σχήμα της νησίδας που θυμίζει μακρύ αγκάθι (σπίνα=αγκάθι, λόνγκα=μακρύ), μία θεωρία που δεν την ενστερνίζονται πολλοί. Αρκετά αργότερα το 1957 παρουσιάστηκε ένα άλλο όνομα για τη νησίδα, το όνομα Καλυδών, σαν μια ανεπιτυχής προσπάθεια για να αντικατασταθεί το λατινογενές Σπιναλόγκα με ένα ελληνοπρεπές όνομα.
  • Η Φορτέτζα στο Ρέθυμνο: Η Φορτέτζα (Fortezza), είναι το Ενετικό Κάστρο στο Ρέθυμνο, το οποίο δεσπόζει στο λόφο του Παλαιόκαστρου, σχεδόν μέσα στο κέντρο της παλιάς πόλης. Η Φορτέτζα είναι ορατή από κάθε γωνία της πόλης, ενώ παράλληλα έχει πανοραμική θέα σε όλο το Ρέθυμνο και στην δυτική ακτή, κρύβοντας μέσα της ολόκληρη ιστορία αιώνων.
  • Δικταίο Αντρο, η σπηλιά του Δία: Το Δικταίο Άντρο (ή Δικταίον Αντρον) είναι από τα σημαντικότερα και πιο γνωστά σπήλαια από τα 3000 στην Κρήτη ή τα 8500 στην Ελλάδα. Στο εντυπωσιακό σπήλαιο Δικταίο Αντρο, πλούσιο σε σταλαγμίτες και σταλακτίτες, ο μύθος θέλει να γεννήθηκε ο Δίας. Γι’ αυτό το λόγο το Δικταίο Άντρο ήταν ήδη από την αρχαιότητα φημισμένο σπήλαιο αφιερωμένο στη λατρεία του μέγιστου των θεών, όπως προδίδουν τα πολυάριθμα αναθήματα που βρέθηκαν εδώ.
  • Το Φρούριο Καζάρμα στη Σητεία: Το Φρούριο Καζάρμα στη Σητεία δεσπόζει ψηλά πάνω από την πόλη και είναι ορατό από την παραλία. Χτίστηκε το 13ο αιώνα από τους Ενετούς και αποτελούσε το στρατώνα της φρουράς,  για αυτό και ονομάστηκε Casa di Arma (Καζάρμα).
  • Λισσός: Η Λισσός είναι αρχαία πόλη, που τα ερείπια της σώζονται ανάμεσα στη Παλιόχωρα (δυτικά) και τη Σούγια (ανατολικά), στη νότια ακτή του Νομού Χανίων. Η Λισσός, ήταν λιμάνι της δωρικής πόλης Ελυρος, που βρισκόταν κοντά στο σημερινό χωριό Ροδοβάνι. Τόσο η Ελυρος όσο και τα δυο λιμάνια της, Σούγια και Λισσός, άκμασαν στην Ελληνιστική, Ρωμαϊκή και Α Βυζαντινή περίοδο και καταστράφηκαν από τους Σαρακηνούς Αραβες, που έφτασαν σε μεγάλους αριθμούς από την Ισπανία. Αναφέρεται ότι η Ελυρος στην εποχή της ακμής της είχε 30.000 κατοίκους. Επίσης είχε εκδώσει δικό της νόμισμα, όπως και η Λισσός. Το νόμισμα της Λισσού παρίστανε από τη μια πλευρά την κεφαλή της θεάς Αρτεμις και από την άλλη ένα δελφίνι.
  • Φαλάσαρνα: Η αρχαία πόλη Φαλάσαρνα ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη εμπορικά, με δικό της νόμισμα που έφερε τη μορφή μιας γυναίκας από τη μια πλευρά και τα αρχικά γράμματα ΦΑ ανάμεσα σε μια τρίαινα, ενδεικτικά της περιοχής από την άλλη.Στην αρχαιότητα η Φαλάσαρνα (ή τα Φαλάσαρνα) συμπεριελάμβανε το ακρωτήρι με το ύψωμα όπου ήταν χτισμένη η ακρόπολη, ενώ από κάτω βρίσκονταν το λιμάνι της πόλης. Το λιμάνι της Φαλάσαρνας είχε διαστάσεις 100 μ. επί 75 μ και ήταν το μοναδικό «κλειστό» λιμάνι στη δυτική Κρήτη. Για την κατασκευή του λιμανιού εκμεταλλεύτηκαν τη λιμνοθάλασσα που υπήρχε εδώ ανοίγοντας κανάλι μήκους 50 μ., πλάτους 10 μ. και βάθους 2 μ. για να δημιουργήσουν την απαραίτητη έξοδο προς τη θάλασσα. Το λιμάνι ήταν ιδιαίτερα ασφαλές και τα τείχη της πόλης προεκτείνονταν στους λιμενοβραχίονες του, με αποτέλεσμα να γίνει σπουδαίο ναυτικό και εμπορικό κέντρο.